ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2015 - 21 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2016
Σύμφωνα με όσα γράφει στον πρόλογο της κλασικής πλέον μελέτης του ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Λέιντεν Johan Huizinga (1872-1945) HomoLudens. AStudyofthePlay-ElementinCulture, μελέτη η οποία εκδόθηκε το 1938 στην ολλανδική γλώσσα, ενώ μεταφράστηκε το 1949 και το 1955 στην αγγλική, ο Homo Ludens (Άνθρωπος Παίκτης) βρίσκεται στο ίδιο πολιτισμικό επίπεδο με τον Homo Sapiens (Άνθρωπο Γνώστη). Το παιχνίδι, κατά τον Ολλανδό ιστορικό του πολιτισμού, πραγμάτωση ελευθερίας, ξεφεύγει από την τυποποιημένη ζωή μας, διακρίνεται από εκείνην τόσο στον ως προς τον τόπο όσο και ως προς τη διάρκεια, δημιουργεί και συνιστά μια καινούρια απόλυτη και ανώτερης μορφής τάξη, μακριά από κάθε πρακτική σκοπιμότητα και από κάθε είδους κέρδος (Huizinga 1955, σ. 13). Είναι φυσικό μάλιστα το παιχνίδι να έχει επιδράσει και στις εικαστικές τέχνες, αν επιπλέον τις θεωρήσουμε ως όψεις-εκδοχές του, αφού ο καλλιτέχνης, μολονότι πειθαρχεί, θέλει επίσης, μέσα από τα έργα των χεριών του, να σπάσει το όποιο κλειστό εκ των προτέρων πλαίσιο (Huizinga 1955, σ. 166).
Στην Ελλάδα, μολονότι έχουν διαμορφωθεί ενότητες με παιχνίδια σε μουσεία, όπως στο Ελληνικό Παιδικό Μουσείο, και συλλογές με παιδικά παιχνίδια, όπως αυτή της Μαρίας Αργυριάδη (Ο μαγικός κόσμος των παιχνιδιών, Αθήνα 2003) στην οικία Κουλούρα, στο Παλαιό Φάληρο, οικία η οποία αποτελεί εκθεσιακό χώρο του Μουσείου Μπενάκη, και εκείνη του Χρήστου Μπουλώτη (Με το βλέμμα των παιχνιδιών, Αθήνα 2012), το παιχνίδι δεν έχει απασχολήσει παρά ελάχιστα και περιστασιακά τη νεοελληνική τέχνη ―περιορίζομαι να σημειώσω μόνον το γεμάτο έντονο συναισθηματισμό ζωγραφικό έργο Γιάντες του Νικόλα Γύζη (1842-1901), από το 1878, στην Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, και το γύψινο πρόπλασμα Διάβολος (Ντιαμπολό), που το φιλοτέχνησε η Ελένη Γεωργαντή-Βοζίκη (1881-1977) το 1920.
Η παρούσα ομαδική έκθεση έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς περιλαμβάνει έργα είκοσι εννέα εικαστικών δημιουργών της ομάδας greekartists.info, των οποίων οι ηλικίες και τα βιώματα διασταυρώνονται μέσα από έξι διαδοχικές δεκαετίες ως προς το ελληνικό παιχνίδι: Αντώνη Αθανασίου (1969), Αχιλλέα Αϊβάζογλου (1948), Γκάγκικ Αλτουνιάν (1957), Ρένας Ανούση-Ηλία (1934), Κωνσταντίνου Βαλαή (1957), Στέλλας Βαρνά (1984), Νέλλης Γιαχανατζή (1952), Ράνιας Γριμάλδη-Κορομηλά (1944), Νίκου Δεσεκόπουλου (1956), Πέτρου Ζουμπουλάκη (1937), Μάρκου Καμπάνη (1955), Κώστα Καρακίτσου (1956), Γιάννη Καψιδάκη (1957), Γιάννη Κολιού (1964), Γρηγόρη Κότσαρη (1966), Μιχάλη Κότσαρη (1967), Μαρίας Κτιστοπούλου (1948), Λιάνας Μελισσαράτου (1964), Άννας Μενδρινού (1944), Βάσως Νάκου-Καψιδάκη (1963), Μαριάννας Ξενάκη (1938), Σύνης Παπαγιάννη (1960), Θόδωρου Παπαγιάννη (1942), Τάκη Παπαζαφειρόπουλου (1958), Μιμής Πετροπούλου-Δημητράκη (1945), Τάσου Ράλλη (1958), Χαράς Σαΐτη (1965), Βαρβάρας Σταϊνχάουερ (1947) και Τάσας Χαροκόπου (1975). Είκοσι τέσσερα μέλη της ομάδας είχαν λάβει μέρος με έργα τους στην έκθεση «Παιχνίδι χωρίς σύνορα» στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων στο Πάρκο Ελευθερίας τον Ιανουάριο του 2014.
Είναι αξιοσημείωτο ότι τα έργα ζωγραφικής, χαρακτικής, γλυπτικής, κεραμικής και εικαστικής κοσμηματοποιίας της έκθεσης αυτής, σε διαφορετικά υλικά και με αφετηρίες τις προσωπικές αναμνήσεις τους από δικά τους παιχνίδια που σηματοδοτούν άλλες το καθένα γενιές, κινούνται σε ευρύ φάσμα που εκκινεί από την παραστατικότητα και καταλήγει στην αφαίρεση. Χρώματα, μορφές και συνθέσεις ανακαλούν καλλιτεχνικά ιδιώματα. Χαρταετοί, ποδήλατα, τόπια, στρατιωτάκια, τρενάκια, άλογα, τσέρκια, σφεντόνες, μπίλιες, αποκριάτικες στολές, βάρκες, σβούρες, λούνα παρκ, παιδικές χαρές, θέατρα, στη δύστηνη από όλες τις απόψεις εποχή μας, φέρνουν, έστω και για λίγο, κοντά μας, μπροστά μας, τον ονειρεμένο κόσμο της παιδικής ηλικίας. Με τα παιχνίδια να κατακλύζουν τις παιδικές στιγμές μας, μεταβάλλοντάς τις σε οάσεις χαράς, μοιάζουν να ζωντανεύουν οι γιορτινές στιγμές του παρελθόντος και να νοηματοδοτείται πάλι το παρόν. Τα έργα της συγκεκριμένης έκθεσης λειτουργούν έτσι μάλλον και κάπως παρηγορητικά, εξαγνιστικά· γίνονται σαν τις μυθικής καταγωγής θαυματουργές λαμπηδόνες, ενόψει και των χριστουγεννιάτικων ημερών που φτάνουν με τη γέννηση «παιδίου νέου».
Δημήτρης Παυλόπουλος
Αναπληρωτής Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών